Τετάρτη 29 Σεπτεμβρίου 2021

Στέλλα Γκρέκα 1922-

ΗΣτέλλα Γκρέκα υπήρξε για ένα μικρό διάστημα η αγαπημένη τραγουδίστρια των Αστικών κέντρων και η απόλυτη ερμηνεύτρια των ελαφρών τραγουδιών. Με την απολυτότητα που διακρίνει την Ελληνική κοινωνία, ηΣτέλλα Γκρέκα τοποθετήθηκε μαζί με άλλες μεγάλες φωνές στα αρχεία της Ελληνικής μουσικής. ΗΣτέλλα Γκρέκα είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα μιας άδικης αντιμετώπισης, τόσο από τις δισκογραφικές εταιρίες όσο και από το Ελληνικό μουσικόφιλο κοινό. “Ραγισμένες καρδιές” (1945) με την Στέλλα Γκρέκα, πρώτη σύζυγο του Ορέστη Λάσκου. Η εξαιρετικά όμορφη τραγουδιστρία ονομάζεται στην πραγματικότητα Στυλιανή Λαγκαδά. Γεννήθηκε στην Αθήνα την 1η Απριλίου 1922. Εμφανίστηκε νεαρή στην μουσική σκηνή της πρωτεύουσας και υιοθέτησε το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο ‘Στέλλα Γκρέκα‘. Παντρεύτηκε τον γνωστό σκηνοθέτη Ορέστη Λάσκο (1908-1992), ο οποίος και εμπνεύστηκε και το όνομα με το οποίο έγινε γνωστή. Κατά την περίοδο του γάμου τους, ηΣτέλλα Γκρέκα ηχογράφησε μια σειρά από επιτυχίες γνωστών δημιουργών όπως τα ‘Πάμε στο Άγνωστο’, ‘Χθες το βράδυ’, ‘Γύρισε’, ‘Τι κι αν χαθείς’, ‘Το τραγούδι της Μαρίνας’. Αρνείται να δισκογραφήσει κάποια κομμάτια για τα οποία η μουσική μοίρα επεφύλαξε την καλύτερη τύχη. Το ένα είναι το ‘δύο πράσινα μάτια’, του 1945, καθώς βρήκε σαχλούς τους στίχους του στιχουργού Κώστα Κιούση-κάτι που πολύ μετάνιωσε, όπως δήλωσε στον Πάνο Μαυραγάνη, τέως αξιωματούχο του Πολεμικού Ναυτικού και νυν συλλέκτη του τραγουδιστικού παρελθόντος μας- και το ‘λίγες καρδιές αγαπούνε’, το 1946, το οποίο ο δημιουργός του Μ.Σουγιούλ πρότεινε στον άγνωστο τότε Τώνη Μαρούδα, και του χάρισε την πρώτη του επιτυχία. Η δισκογραφική της παρουσία περιορίστηκε στα έτη 1946-1948, τα δύσκολα μεταπολεμικά χρόνια, τα χρόνια του εμφυλίου. Ο σκηνοθέτης άνδρας της την πείθει να εμφανιστεί στην ταινία του ‘Ραγισμένες καρδιές’ (1945). Ο σκηνοθέτης, που εμφανιζόταν σε μια σκηνή του έργου ως οδηγός αυτοκινήτου, αποκήρυξε το δημιούργημα του ως την μεγαλύτερη του αποτυχία. ΗΣτέλλα Γκρέκα συνεχίζει την κινηματογραφική της καριέρα με μια μόνο ακόμη ταινία,την ‘Μαρίνα‘, όπου αναλαμβάνει και τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Η ταινία, σε σενάριο Α.Σακελλάριου-Χ.Γιαννακόπουλου και σκηνοθεσία Α.Σακελλάριου, ήταν μια παραγωγή του Φιλιποίμονα Φίνου και προβλήθηκε το Μάρτιο του 1947. ΗΣτέλλα Γκρέκα είχε στο πλάι της τον Δημήτρη Μυράτ και τον Λάμπρο Κωνσταντάρα, σε ένα μελόδραμα όπου υποδυόταν μια νεαρή νησιωτοπούλα που καταλήγει σε ένα φθηνό καμπαρέ της Αθήνας ως τραγουδίστρια. Στο τέλος φυσικά τη σώζει ένας νέος. Ένα απλό ρομάντσο, λοιπόν, που ήταν μεγάλη επιτυχία, λόγω της καλής σκηνοθεσίας του Σακελλάριου και των τραγουδιών που ερμηνεύει η Γκρέκα. ΗΣτέλλα Γκρέκα όμως είχε ήδη αποτύχει στο γάμο της με τον Λάσκο. Άνθρωπος διακριτικός η Γκρέκα αποσύρεται στην ακμή της καριέρας. Ήδη από το φθινόπωρο του 1947 ζει στην Αμερική. Θα επιστρέψει στην Ελλάδα το 1970, για να ηχογραφήσει δύο δίσκους με τη EMI, το ‘ηΣτέλλα Γκρέκα τραγουδάει Χρήστο Χαιρόπουλο’ (1975), και το ‘Η Στέλλα Γκρέκα τραγουδάει Αττίκ’. Λίγο νωρίτερα η ίδια εταιρεία θα συλλέξει όλα εκείνα τα τραγούδια που η ερμηνεύτρια ηχογράφησε κατά τη διετή καριέρα της και θα τα κυκλοφορήσει σε ένα δίσκο με τον απλό τίτλο ‘Στέλλα Γκρέκα‘. Θα παραχωρήσει δύο συνεντεύξεις στον Γιώργο Παπαστεφάνου, μια το 1973,΄κατά τη διάρκεια διακοπών της στην Ελλάδα και το 1985. Ο ίδιος δημοσιογράφος θα επιμεληθεί και μια συλλογή από παλιές ηχογραφήσεις της τραγουδίστριας στην Αμερική, ο οποίος θα κυκλοφορήσει από την LYRA το 1990 με τον τίτλο ‘Τα τραγούδια της Αμερικής.’ Ύστερα σιωπή. ΗΣτέλλα Γκρέκα αποσύρεται ξανά. Ζεί πλέον μόνιμα στην Εκάλη. Στέλλα Γκρέκα: Φιλμογραφία Πηγή:ellinikoskinimatografos.gr/

Σάββατο 25 Σεπτεμβρίου 2021

Η Αποστασία των Ραγιάδων

Ο πατριάρχης Καλλίνικος περιγράφει γεγονότα και καταστάσεις λίγο πριν το ʼ21
Τον καιρό, που ο Ρήγας (βλ. Πώς το εθνικό αντικατέστησε το πραγματικό) ήταν έφηβος, η κατάσταση στη Θεσσαλία ήταν πολύ ανώμαλη. Τα ορλωφικά είχαν εξαγριώσει τους οθωμανούς και στα Τρίκαλα και τη Λάρισα έγιναν σφαγές και όταν κινητοποιήθηκε ο τουρκικός στρατός, γιά να κτυπήσει τους μοραΐτες και όταν γύρισαν οι αρβανίτες από τον Μοριά και σχημάτισαν ληστοσυμμορίες. Ο Καλλίνικος, ο πρώην πατριάρχης, που ιδιώτευε στα χρόνια αυτά στην πατρίδα του, τη Ζαγορά, έγραφε στο ημερολόγιό του: «Πόλεμος φρικιώδης (1769)... και φόβος των εις Ελλάδα και Θεσσαλία πιστών μέγας και κίνδυνος...». Γιά τις ληστοσυμμορίες και τα δεινά των χριστιανών έγραψε πάλι ο Καλλίνικος: «1771... Αποστασία (των ραγιάδων) και αιφνίδιος έφοδος τού Βασιλέως (=σουλτάνου) κατά των αποστατών, ους ξίφεσιν εθέρισε και φόνω μαχαίρας τεθανάτωκε. Εν Ελλάδι και Θεσσαλία αλβανών έφοδος, αρπαγή και αιχμαλωσία... Καταδυναστεία υπηκόου (ραγιάδων) και φυγή πολλών...». (Χειρόγραφο, «Βιβλιοθήκη Ζαγοράς», Γ. Κορδάτου: «Μεγάλη Ιστορία τής Ελλάδας», έκδ. «20ός αιώνας», τόμ. ΙΧ, σελ. 323). Το ʼ21 δέν έγινε «γιά τού Χριστού την πίστιν την αγίαν και τής πατρίδος την ελευθερίαν». Δέν υπήρχαν ούτε εθνικά ούτε θρησκευτικά κίνητρα, όπως κατά κόρον προπαγανδίζεται από σύσσωμη τη Ρωμιοσύνη από τη δημιουργία τού κράτους και εντεύθεν. Ούτε επίσης, κοινωνικά / ταξικά, όπως υποστηρίχθηκε αργότερα από ορισμένους αριστερίζοντες θεωρητικούς. Μοναδικός στόχος των εξεγερμένων ήταν οι περιουσίες (χωράφια, χρυσαφικά κ.λπ.) των μουσουλμανικών οικογενειών τής Πελοποννήσου. Η λέξη «αποστασία» γιά την περιγραφή των γεγονότων τού ΄21 δέν είναι εφεύρεση τής «Ελεύθερης Έρευνας». Πολλοί συγγραφείς τής εποχής χρησιμοποιούν τη συγκεκριμένη λέξη, γιά να περιγράψουν τή συμπεριφορά των ρωμιών ραγιάδων εκείνη την εποχή. «Το κίνημα τής πατρίδος μας ενομίσθη και ονομάζεται αποστασία», έγραφε στις 29 Αυγούστου 1821, στον Μαυροκορδάτο ο μητροπολίτης Ουγγροβλαχίας, Ιγνάτιος. (Εμμ. Πρωτοψάλτη: «Ιγνάτιος μητροπολίτης Ουγγροβλαχίας 1766-1828, «Μνημεία τής ελληνικής ιστορίας», τ. 4.2, Αθήνα, 1961). Αποστασία χαρακτήριζε το 1821 και ο Αμβρόσιος Φραντζής. («Επιτομή τής ιστορίας τής αναγεννηθείσης Ελλάδος αρχομένη από τού έτους 1715 και λήγουσα το 1835», έκδ. «Εκ τής τυπογραφίας η Βιτώρια τού Κων. Καστόρχη και συντροφίας», Αθήνα, 1839, τόμ. Α΄, σελ. ε΄, ζ΄, ια΄, μδ΄ κ.α.). Τα περί δήθεν «εθνικής επανάστασης των ελλήνων» ανάγονται στη σφαίρα των εθνικοθρησκευτικών φαντασιώσεων και μύθων, οι οποίοι πλάστηκαν με τη δημιουργία τού νέου κράτους μερικά χρόνια αργότερα. Πηγή:freeinquiry.gr/

Αφιέρωμα :Γνωστότερος ως Νικηταράς ο Τουρκοφάγος, ήρωας της Ελληνικές Επανάστασης.

Νικήτας Σταματελόπουλος (1782 – 1849) Ήρωας του '21, γνωστός τοις πάσι με το προσωνύμιο Νικηταράς ο Τουρκοφάγος. Γεννήθηκε το 1782 στο χωριό Τουρκολέκα Μεγαλόπολης και ήταν γιος του κλέφτη Σταματέλου Τουρκολέκα και της Σοφίας Καρούτσου, αδελφής της γυναίκας του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη. Κατά μία άλλη εκδοχή, γεννήθηκε το 1784 στο χωριό Νέδουσα Μεσσηνίας. Σε ηλικία 11 χρονών βγήκε στο κλαρί με την ομάδα του πατέρα του και στη συνέχεια εντάχθηκε στο σώμα του πρωτοκλέφτη Ζαχαριά Μπαρμπιτσιώτη, του οποίου αργότερα παντρεύτηκε την κόρη Αγγελίνα.
Η ανδρεία και τα σωματικά του προσόντα τον οδήγησαν το 1805 στη ρωσοκρατούμενη τότε Ζάκυνθο. Εκεί εντάχθηκε στο ρωσικό τάγμα, που πολέμησε τον Ναπολέοντα στην Ιταλία. Αργότερα, επέστρεψε στη Ζάκυνθο για να υπηρετήσει αυτή τη φορά τους Γάλλους, που είχαν καταλάβει το νησί. Στις 18 Οκτωβρίου 1818, ενώ βρισκόταν στην Καλαμάτα, μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία. Με τον θείο του Θεόδωρο Κολοκοτρώνη και τον Παπαφλέσσα συνέβαλε στην προετοιμασία του Εθνικού Ξεσηκωμού και στις 23 Μαρτίου 1821 μπήκε στην Καλαμάτα μαζί με τους άλλους στρατιωτικούς αρχηγούς. Από την αρχή ενστερνίσθηκε το στρατηγικό σχέδιο του Κολοκοτρώνη για την κατάληψη της Τριπολιτσάς και πήρε μέρος σε όλες τις επιχειρήσεις για την κατάληψη του διοικητικού κέντρο των Οθωμανών στην Πελοπόννησο. Διακρίθηκε στη Μάχη του Βαλτετσίου (12 Μαΐου 1821), ενώ αποφασιστική ήταν η συμβολή του στη Μάχη των Δολιανών (18 Μαΐου 1821), όπου ανέδειξε στο έπακρο τις στρατιωτικές του ικανότητες. Επικεφαλής μόλις 600 ανδρών κατανίκησε τον στρατό του Κεχαγιάμπεη που ανήρχετο σε 6.000 άνδρες και σχεδόν τον αποδεκάτισε. Γι' αυτόν τον πραγματικό του άθλο, οι συμπολεμιστές του τον ονόμασαν «Τουρκοφάγο». Μέχρι το τέλος του Αγώνα ο Νικηταράς ήταν στην πρώτη γραμμή, πολεμώντας είτε στην Πελοπόννησο είτε στην Ανατολική Στερεά Ελλάδα, όπου συνεργάστηκε με τον Οδυσσέα Ανδρούτσο και τον Γεώργιο Καραΐσκάκη. Πήρε μέρος στην Άλωση της Τριπολιτσάς (23 Σεπτεμβρίου 1821) και ήταν από τους λίγους αρχηγούς που αρνήθηκε να συμμετάσχει στη διανομή των λαφύρων. Διακρίθηκε στη Μάχη του Αγιονορίου (26-28 Ιουλίου 1822), που αποτελείωσε τη στρατιά του Δράμαλη δύο μέρες μετά τη Μάχη στα Δερβανάκια. Η ανιδιοτέλεια του ανδρός φάνηκε για μία ακόμη φορά, όταν από το πλήθος των λαφύρων της μάχης πείστηκε να δεχθεί ένα πανάκριβο σπαθί, το οποίο αργότερα προσέφερε στον έρανο για την ενίσχυση του Μεσολογγίου. Κατά τη διάρκεια του Εμφύλιου Πολέμου τάχθηκε στο πλευρό του Κολοκοτρώνη, αλλά φρόντισε πάντα να επιδιώκει τον συμβιβασμό και τη συνεννόηση. Μετά την Απελευθέρωση τάχθηκε στο πλευρό του Καποδίστρια κι έγινε ένας από τους στενότερους συνεργάτες του Κυβερνήτη. Πήρε μέρος στην Δ' Εθνοσυνέλευση του Άργους (1829), ως πληρεξούσιος του Λεονταρίου. Επί Όθωνος περιέπεσε σε δυσμένεια, επειδή υποστήριζε το αντιπολιτευόμενο Ρωσικό Κόμμα. Προφυλακίστηκε το 1839 ως αρχηγός συνωμοτικής ομάδας, αλλά στη δίκη του (11 Σεπτεμβρίου 1840), αθωώθηκε ελλείψει στοιχείων. Εντούτοις, η κράτησή του παρατάθηκε με αποτέλεσμα να υποστεί ανεπανόρθωτη βλάβη η υγεία του και σχεδόν να τυφλωθεί. Αποφυλακίστηκε στις 18 Σεπτεμβρίου 1841 και αποτραβήχτηκε με την οικογένειά του στον Πειραιά. Μετά την εξέγερση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843 του απονεμήθηκε ο βαθμός του υποστρατήγου και έλαβε μία τιμητική σύνταξη, η οποία ήταν ο μόνος πόρος της ζωής του. Το 1847 διορίσθηκε μέλος της Γερουσίας και δύο χρόνια αργότερα, στις 25 Σεπτεμβρίου 1849, έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 67 ετών. Ο Νικηταράς απέκτησε δύο κόρες κι ένα γιο, τον Ιωάννη Σταματελόπουλο, που ακολούθησε καριέρα στρατιωτικού. Άφησε Απομνημονεύματα, τα οποία υπαγόρευσε στον εθνικό δικαστή Γεώργιο Τερτσέτη. Πηγή: © SanSimera.gr