Σάββατο 3 Αυγούστου 2019

Ύμνος εις την Ελευθερίαν


Ποίημα του Διονυσίου Σολωμού (1798-1857), οι δύο πρώτες στροφές του οποίου σε μουσική του Νικολάου Μάντζαρου (1795-1872), αποτελούν τον Εθνικό Ύμνο της Ελλάδας (1865) και της Κύπρου (1966). Ο Ύμνος εις την Ελευθερία γράφτηκε από τον 25χρονο Σολωμό στη Ζάκυνθο, πρώτα στα ιταλικά και εν συνεχεία στα ελληνικά, τον Μάιο του 1823, σε μία περίοδο ιδιαίτερης έξαρσης της Ελληνικής Επανάστασης. «…Δε θέλω να περάσει κανενός από το μυαλό πως την ώρα που νικούν οι δικοί μας στο Μαραθώνα, εγώ κάθομαι και τραγουδώ για ένα βοσκόπουλο…» (Ο θάνατος του βοσκού), έγραφε στον φίλο του Γεώργιο Δε Ρώσση την ίδια εποχή.
Το ποίημα του Σολωμού αποτελείται από 158 τετράστιχες στροφές. Το μέτρο είναι τροχαϊκό με εναλλαγές επτασύλλαβων και οκτασύλλαβων στίχων. Σύμφωνα με το περιεχόμενό του μπορεί να χωρισθεί στα εξής μέρη: Προοίμιο (στρ. 1-34). Ο ποιητής παρουσιάζει τη θεά ελευθερία, θυμίζει τα περασμένα μαρτύρια του Ελληνισμού, την εξέγερση των σκλάβων, τη χαρά του Ελληνισμού, την έχθρα των Ευρωπαίων ηγεμόνων και την περιφρονητική αδιαφορία των Ελλήνων για τα φιλότουρκα αισθήματά τους. Η περιγραφή της Μάχης της Τριπολιτσάς (στρ. 35-74). Η μάχη της Κορίνθου και η καταστροφή του Δράμαλη στα Δερβενάκια (στρ. 75-87). Η πρώτη πολιορκία του Μεσολογγίου στα 1822 και ο πνιγμός των Τούρκων στον ποταμό Αχελώο (στρ. 88-122). Τα πολεμικά κατορθώματα στη θάλασσα, η πυρπόληση της τουρκικής ναυαρχίδας κοντά στην Τένεδο και ο απαγχονισμός του Γρηγορίου Ε'. (στρ. 123-138). Επίλογος (στρ. 139-158). Ο ποιητής συμβουλεύει τους αγωνιστές να απαλλαγούν από τη διχόνοια και προτρέπει τους δυνατούς της Ευρώπης να αφήσουν την Ελλάδα να ελευθερωθεί (Γιάννης Ν. Παππάς: «Για να γνωρίσουμε το Σολωμό», εκδ. Μεταίχμιο). Η φήμη του ποιήματος ξεπέρασε γρήγορα τα στενά όρια της Ζακύνθου. Το 1824 μεταφράστηκε μέρος του στα αγγλικά και ολόκληρο στα γαλλικά. Στον επαναστατημένο ελληνικό χώρο δημοσιεύτηκε τον ίδιο χρόνο στο Μεσολόγγι, στην εφημερίδα «Ελληνικά Χρονικά» του Ιάκωβου Μάγερ. Θα ακολουθήσουν και άλλες δημοσιεύσεις τον επόμενο χρόνο, ενώ στις 21 Οκτωβρίου του 1825 θα δημοσιευθεί και η πρώτη κριτική του ποιήματος από τον Σπυρίδωνα Τρικούπη στη Γενική Εφημερίδα της Ελλάδος, που εκδιδόταν στο Ναύπλιο. Μεταξύ 1828 και 1830, ο Ύμνος εις την Ελευθερίαν μελοποιήθηκε από τον κερκυραίο μουσουργό Νικόλαο Μάντζαρο για τετράφωνη ανδρική χορωδία και ακουγόταν με ενθουσιασμό σε εθνικές εορτές στα Επτάνησα. Τον Δεκέμβριο του 1844 ο Μάντζαρος παρουσίασε μια νέα μελοποίηση του ποιήματος και την υπέβαλε στον βασιλιά Όθωνα, με την ελπίδα να γίνει το «εθνικό άσμα» της χώρας. Μέχρι τότε ο Εθνικός Ύμνος της Ελλάδας ήταν ο Βαυαρικός (η γνωστή μελωδία του Χάιντν, που σήμερα είναι ο εθνικός ύμνος της Γερμανίας και της Αυστρίας). Το έργο έγινε δεκτό μόνο ως σύνθεση και βραβεύτηκε με τον Αργυρό Σταυρό του Τάγματος του Σωτήρος. Το 1865, κατά τη διάρκεια επίσκεψής του στην Κέρκυρα, ο Βασιλιάς Γεώργιος Α' άκουσε την εκδοχή της σύνθεσης του Μάντζαρου για ορχήστρα πνευστών από την μπάντα της Φιλαρμονικής Εταιρείας Κερκύρας και του έκανε εντύπωση. Ακολούθησε το Βασιλικό Διάταγμα της 4ης Αυγούστου 1865, που το χαρακτήρισε «επίσημον εθνικόν άσμα» και εντελλόταν η εκτέλεσή του «κατά πάσας τας ναυτικάς παρατάξεις του Βασιλικού Ναυτικού». Επίσης, ενημερώθηκαν οι ξένοι πρέσβεις, ώστε να ανακρούεται και από τα ξένα πλοία στις περιπτώσεις απόδοσης τιμών προς τον Βασιλιά της Ελλάδος ή την Ελληνική Σημαία. Από τότε ο Ύμνος εις την Ελευθερίαν του Διονυσίου Σολωμού, μελοποιημένος από τον Νικόλαο Μάντζαρο, θεωρείται ως εθνικός ύμνος της Ελλάδας. Από τις 18 Νοεμβρίου 1966 με την απόφαση 6133 του υπουργικού συμβουλίου καθιερώθηκε και ως εθνικός ύμνος της Κυπριακής Δημοκρατίας. Πηγή΅:Σαν Σήμερα

Τρίτη 4 Ιουνίου 2019

Η Άλωση της Αθήνας από τους Οθωμανούς Τούρκους


Η Άλωση της Πόλης από τους Οθωμανούς Τούρκους (29 Μαΐου 1453), βρήκε την Αθήνα υπό την κυριαρχία των Φράγκων και φόρου υποτελή στον Σουλτάνο. Η άλλοτε κραταιά πόλη ήταν πρωτεύουσα του Δουκάτου των Αθηνών, με επικεφαλής των νεαρό Φλωρεντίνο Φράγκο Ατζαγιώλη (Francesco Acciaiuoli), τον οποίο επιτρόπευε η φιλόδοξη μητέρα του Κιάρα Τζώρτζη (Chiara Zorzi). Η Τζώρτζη με σουλτανική έγκριση σφετερίστηκε την εξουσία έως το 1455, οπότε ο Μωάμεθ Β' διέταξε την απομάκρυνσή της από την Αθήνα μαζί με τον βενετσιάνο σύζυγό της Βαρθολομαίο Κονταρίνη (Bartolomeo Contarini). Ο Φράγκος επανήλθε στην εξουσία, φυλάκισε τη μητέρα του στα Μέγαρα και αργότερα τη φόνευσε.
Η αποτρόπαια πράξη του έδωσε το πρόσχημα στον Μωάμεθ να καταλύσει το Δουκάτο των Αθηνών, που περιλάμβανε χοντρικά τη σημερινή Αττική. Ο Τουραχάνογλου Ομέρ Μπέης με διαταγή του Πορθητή κινήθηκε εναντίον της Αθήνας και στις 4 Ιουνίου του 1456 την κατέλαβε, εκτός από την Ακρόπολη, την οποία υπεράσπισε απεγνωσμένα ο νεαρός Ατζαγιώλης. Όμως, τον Ιούλιο του 1458 αναγκάστηκε να παραδοθεί και να καταφύγει στη Θήβα. Οι κάτοικοι της Αθήνας, που είχαν δεινοπαθήσει επί δύο αιώνες από την πολιτική, οικονομική και θρησκευτική καταπίεση των Φράγκων, δέχθηκαν με ανακούφιση στην αρχή τον νέο δυνάστη, που υποσχόταν παροχή πολιτικών και εκκλησιαστικών προνομίων στον ελληνορθόδοξο πληθυσμό της πόλης. Τον Αύγουστο του 1458, επιστρέφοντας από την Πελοπόννησο, ο Μωάμεθ επισκέφθηκε για τέσσερις μέρες την Αθήνα. Αρχικά παρέλαβε τα κλειδιά της πόλης από τον ηγούμενο της Μονής Καισαριανής και στη συνέχεια ο αρχαιολάτρης σουλτάνος, σύμφωνα με τον ιστορικό Κριτόβουλο, ανέβηκε στην Ακρόπολη, όπου θαύμασε τα αρχαία μνημεία και έδωσε εντολή να γίνει τζαμί. Ο Μωάμεθ, επηρεασμένος από το παλαιό μεγαλείο της Αθήνας, φέρθηκε με ευμένεια προς τους κατοίκους της, τους παραχώρησε πολλά προνόμια κι έκανε δεκτά πολλά αιτήματά τους. Ένα από τα πρώτα μέτρα που έλαβε η οθωμανική διοίκηση ήταν η απομάκρυνση του λατίνου αρχιεπισκόπου Νικολάου Πρόθυμου και η προοδευτική εκδίωξη των φράγκικων οικογενειών της Αθήνας. Με την άλωση της Ακρόπολης τον Ιούλιο του 1458, η Αθήνα πέρασε στη σκοτεινή εποχή της Τουρκοκρατίας. Απελευθερώθηκε στις 31 Μαΐου του 1833 και στις 18 Σεπτεμβρίου του 1834 ανακηρύχτηκε πρωτεύουσα της ελεύθερης Ελλάδας. Πηγή:Sansimera.gr

Παρασκευή 31 Μαΐου 2019

Μέριλιν Μονρόε 1926 – 1962


Ηθοποιός, τραγουδίστρια και μοντέλο, που χαρακτηρίστηκε ως το απόλυτο σύμβολο του σεξ.
Η Μέριλιν Μονρόε (Marilyn Monroe) γεννήθηκε με το όνομα Νόρμα Τζιν Μόρτενσον την 1η Ιουνίου του 1926 στο Γενικό Νοσοκομείο του Λος Άντζελες. Λίγο πριν από τη γέννησή της, ο πατέρας της είχε εγκαταλείψει τη μητέρας της για να μετακομίσει στο Σαν Φραντσίσκο. Η Μέριλιν μεγάλωσε χωρίς να γνωρίζει ποιος ήταν πραγματικά ο πατέρας της, καθώς η μητέρα της, Γκλάντις, άλλαζε συνεχώς ερωτικούς συντρόφους. Ήταν εξαιρετικά ελκυστική γυναίκα και εργαζόταν ως μοντέρ στα RKO Studios. Λόγω σοβαρών ψυχολογικών προβλημάτων, έχασε τη δουλειά της και πέρασε σχεδόν όλη τη ζωή της μπαινοβγαίνοντας σε διάφορα ιδρύματα. Έτσι, σε ηλικία 9 ετών, η Νόρμα (Μέριλιν) μπήκε σε ορφανοτροφείο και δύο χρόνια αργότερα δόθηκε για υιοθεσία. Το 1942, στα 16 της, παντρεύτηκε τον 21χρονο τεχνίτη αεροσκαφών Τζέιμς Ντόχερτι. Ο γάμος τους, όμως, κράτησε μόνο πέντε χρόνια, καθώς χώρισαν το 1946. Στο μεταξύ, η Μέριλιν είχε ήδη αρχίσει να εργάζεται ως μοντέλο επίδειξης μαγιό και είχε βάψει τα μαλλιά της ξανθά. Μέσω των φωτογραφήσεων προσέλκυσε πολλά βλέμματα, μεταξύ αυτών και του προέδρου της κινηματογραφικής εταιρίας RKO Pictures, που της πρότεινε να κάνει ένα δοκιμαστικό. Ο ατζέντης της, όμως, τη συμβούλεψε να προτιμήσει μία μεγαλύτερη εταιρία, όπως η 20th Century-Fox. Το πρώτο συμβόλαιο που υπέγραψε της απέφερε 125 δολάρια την εβδομάδα, ποσό στο οποίο προστέθηκαν άλλα 25 δολάρια, όταν ανανέωσε τη συμφωνία, έξι μήνες αργότερα. Έκανε το ντεμπούτο της στη μεγάλη οθόνη το 1947, με ένα μικρό ρόλο στην ταινία «The Shocking Miss Pilgrim». Ακολούθησε το 1948 το «Scudda Hoo! Scudda Hay!», όπου εμφανίστηκε σε δύο ή τρεις μικρές σκηνές, οι οποίες περικόπηκαν στο μοντάζ. Την ίδια χρονιά τής δόθηκε ένας καλύτερος ρόλος στο φιλμ «Dangerous Years». Ωστόσο, η Fox αρνήθηκε να της ανανεώσει το συμβόλαιο κι έτσι η Μέριλιν επέστρεψε στο μόντελινγκ, ξεκινώντας παράλληλα μαθήματα υποκριτικής.
Λίγους μήνες αργότερα, η Columbia Pictures την επέλεξε για το ρόλο της Peggy Martin στο «Ladies of the Chorus» (1948), όπου ερμήνευσε δύο τραγούδια. Αν και οι κριτικές ήταν αρκετά καλές για την ερμηνεία της, η ταινία δεν τα πήγε εξίσου καλά και η Columbia την απέρριψε. Έτσι, επέστρεψε και πάλι στο μόντελινγκ. Το 1949 εμφανίστηκε στην ταινία «Love Happy» των «Ενωμένων Καλλιτεχνών», ενώ την ίδια χρόνια πόζαρε γυμνή για ένα ημερολόγιο διασημοτήτων. Η φωτογράφηση που έκανε το 1953 για το περιοδικό Playboy ήταν αυτή που έδωσε ώθηση στην καριέρα της. Την επόμενη χρονιά συμμετείχε σε τέσσερις ταινίες, αποσπώντας εξαιρετικές κριτικές για τις «The Asphalt Jungle» της MGM και «All About Eve» της Fox. Αν και οι ρόλοι της ήταν αρκετά μικροί, η εκκεντρική αλλά σέξι εμφάνισή της αποτυπώθηκε στη μνήμη των σινεφίλ. Το 1951 η Μέριλιν πήρε έναν αρκετά μεγάλο ρόλο στην ταινία «Love Nest» (Ερωτική Φωλιά), μέσω της οποίας ήρθε για πρώτη φορά σε επαφή με το ευρύ κοινό. Το εκρηκτικό ταμπεραμέντο της, σε συνδυασμό με την αίσθηση παιδική αθωότητα που απέπνεε, ενθουσίασε τους θεατές. Το 1952 εμφανίστηκε στο «Don't Bother to Knock», όπου υποδύθηκε μία διανοητικά ανισόρροπη μπεϊμπισίτερ. Οι κριτικοί δεν ασχολήθηκαν ιδιαίτερα με την ερμηνεία της στην ταινία αυτή. Έκανε, όμως, ιδιαίτερη εντύπωση η εμφάνισή της την ίδια χρονιά στο «Monkey Business» ως πλατινέ ξανθιά, μια εικόνα που αποτέλεσε το «σήμα - καταταθέν» της. Το 1953 έπαιξε στο «Gentlemen Prefer Blondes», ξετρελαίνοντας τον ανδρικό πληθυσμό. Ανάμεσά τους και ο αστέρας του μπέιζμπολ Τζο ΝτιΜάτζιο, με τον οποίο παντρεύτηκε στις 14 Ιανουαρίου του 1954. Την ίδια χρονιά πρωταγωνίστησε στο «There's No Business Like Show Business» και ακολούθησε το «The Seven Year Itch» (Επτά Χρόνια Φαγούρα), μία ταινία που ανέδειξε το ταλέντο της στην κωμωδία και περιείχε μία από τις πιο χαρακτηριστικές σκηνές στην ιστορία του κινηματογράφου: τη Μέριλιν Μονρόε να στέκεται πάνω σε μία σχάρα, με τον αέρα να ανασηκώνει το λευκό φόρεμά της. Έπειτα από εννέα μήνες έγγαμου βίου, τον Οκτώβριο του 1954 η Μέριλιν ανακοίνωσε το διαζύγιό της με τον ΝτιΜάτζιο. Την επόμενη χρονιά η Fox διέκοψε τη συνεργασία μαζί της, εξαιτίας της αντιεπαγγελματικής συμπεριφοράς της. Αργούσε μονίμως στα γυρίσματα ή δεν εμφανιζόταν καθόλου, επικαλούμενη πραγματικές ή φανταστικές ασθένειες, και ήταν απρόθυμη να συνεργαστεί με τους παραγωγούς, τους σκηνοθέτες και τους συναδέλφους της ηθοποιούς. Με τη συμμετοχή της το 1956 στην ταινία «Bus Stop» (Στάση Λεωφορείου) η Μέριλιν απέδειξε ότι μπορούσε να ανταποκριθεί εξίσου καλά και στις απαιτήσεις ενός δραματικού ρόλου. Την ίδια χρονιά παντρεύτηκε τον θεατρικό συγγραφέα Άρθουρ Μίλερ, ένας γάμος που κράτησε τέσσερα χρόνια. Το 1957 ταξίδεψε στη Μ. Βρετανία για τα γυρίσματα τις ταινίας «The Prince and the Showgirl» (Ο Πρίγκιπας και η Χορεύτρια), που αποτέλεσε μεγάλη εισπρακτική επιτυχία, αν και οι κριτικές δεν ήταν και τόσο καλές. Έπειτα από ένα χρόνο απουσίας, η Μέριλιν Μονρόε επέστρεψε στη μεγάλη οθόνη του 1959 με την απολαυστική κωμωδία «Some Like It Hot» (Μερικοί το προτιμούν καυτό), με τον Τόνι Κέρτις και τον Τζακ Λέμον. Ακολούθησαν το 1960 η ταινία του Τζορτζ Κιούκορ «Let's Make Love» (Έλα ν' αγαπηθούμε) με τους Τόνι Ράνταλ και Ιβ Μοντάν και το 1961 το «The Misfits» (Οι Αταίριαστοι), το τελευταίο φιλμ τόσο για τη Μέριλιν Μονρόε όσο και για τον συμπρωταγωνιστή της Κλαρκ Γκέιμπλ, που πέθανε λίγους μήνες αργότερα από καρδιακή προσβολή.
Το 1962 η Fox την επέλεξε για τον πρωταγωνιστικό ρόλο στο «Something's Got to Give». Λόγω της συνεχιζόμενης ασυνέπειάς της, όμως, η εταιρία αποφάσισε να διακόψει τη συνεργασία μαζί της και να μην της δώσει άλλη ευκαιρία. Η καριέρα της κατέρρεε και η Μέριλιν απομονώθηκε στο σπίτι της στο Λος Άντζελες. Στις 5 Αυγούστου του 1962 η οικονόμος της τη βρήκε να κείτεται γυμνή στο κρεβάτι της με ένα άδειο μπουκάλι από υπνωτικά χάπια «Nembutal» στο πλευρό της. Ήταν μόλις 36 ετών… Ο τοπικός ιατροδικαστής, που κλήθηκε για να γνωματεύσει επί των συνθηκών του θανάτου της, απεφάνθη ότι επρόκειτο πιθανότατα για αυτοκτονία. Ο φημολογούμενος ερωτικός δεσμός της, όμως, με τον Τζον Κένεντι και οι αντιδράσεις από το περιβάλλον του αμερικανού προέδρου κάνουν πολλούς, ακόμα και σήμερα, να πιστεύουν ότι ο φάκελος «Μέριλιν» δεν έπρεπε να κλείσει με την ένδειξη «αυτοκτονία». Κάποιοι είπαν ότι η Μονρόε δεν είχε καμία πρόθεση να αυτοκτονήσει, αλλά πήρε κατά λάθος μια υπερβολική δόση υπνωτικών. Ακόμα περισσότεροι υποστήριξαν ότι ένα τρίτο πρόσωπο της χορήγησε τη μοιραία δόση. Η αλήθεια δεν μαθεύτηκε ποτέ... Πηγή:Sansimera.gr

Τετάρτη 29 Μαΐου 2019

Παλαιών Πατρών Γερμανός 1771 – 1826


Μητροπολίτης της Ορθόδοξης Χριστιανικής Εκκλησίας, μέλος της Φιλικής Εταιρείας και αγωνιστής του ‘21. Είναι το πρόσωπο που συμβολίζει κατά παράδοση την επίσημη έναρξη της Επανάστασης του 1821. Ο κατά κόσμον Γεώργιος Κόζης ή Κόζιας ή Γκόζιας ή Κοντζιάς ή Γκοζάς ή Κοτζάς ή Γκοζιόπουλος (υπάρχει ασυμφωνία για την ακριβή αναγραφή του επιθέτου του) γεννήθηκε στη Δημητσάνα της Γορτυνίας στις 25 Μαρτίου 1771, την ημέρα της Μεγάλης Παρασκευής. Ο πατέρας του Ιωάννης (συχνά υπέγραφε ως Ιωάννης Δημητρίου) ήταν χρυσοχόος και η μητέρα του Κανέλλα Κουκουζή ή Κουκουζοπούλου ασχολείτο με τα του οίκου, αφού είχε να αναθρέψει και πέντε παιδιά (δύο αγόρια και τρία κορίτσια).
Αρχικά φοίτησε στην ονομαστή σχολή της ιδιαίτερης πατρίδας του με δάσκαλο τον Αγάπιο Παπαντωνόπουλο και κατόπιν στο Άργος με δάσκαλο τον συμπατριώτη του Αγάπιο Λεονάρδο. Και οι δυο τους ήταν ονομαστοί δάσκαλοι εκείνης της εποχής. Ο μητροπολίτης Άργους και Ναυπλίου Ιάκωβος εκτίμησε τις ικανότητές του νεαρού Γεωργίου και αφού τον προσέλαβε πρώτα ως γραμματέα του, στη συνέχεια τον χειροτόνησε διάκονο με το όνομα Γερμανός. Στις αρχές του 1797 μετέβη στη Σμύρνη κι έγινε διάκονος του συμπατριώτη του μητροπολίτη Γρηγορίου, του μετέπειτα εθνομάρτυρα πατριάρχη Γρηγορίου Ε’. Όταν ο Γρηγόριος έγινε Πατριάρχης τον Μάιο του 1797, τον ακολούθησε στην Κωνσταντινούπολη και ανέλαβε αρχιδιάκονος του μητροπολίτη Κυζίκου Ιωακείμ. Τον Μάρτιο του 1806 χειροτονήθηκε μητροπολίτης Παλαιών Πατρών (ως Νέαι Πάτραι λογιζόταν το Πατρατζίκι, σημερινή Υπάτη) και τον Μάιο του ίδιου χρόνου γύρισε στην Πελοπόννησο, όπου πέρασε το υπόλοιπο της ζωής του. Στα προεπαναστατικά χρόνια ενδιαφέρθηκε ιδιαίτερα για την παιδεία της πατρίδας του και κυρίως για τη σχολή της Δημητσάνας. Το 1818 μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία από τον Αντώνιο Πελοπίδα (Αντώνιος Πρωτόπαππας το πραγματικό του όνομα), καταγόμενο από τη γειτονική Στεμνίτσα, και από τότε αφοσιώθηκε στην προετοιμασία της Επανάστασης. Με τη σειρά του, ο Γερμανός μύησε στη Φιλική Εταιρεία αρκετούς μητροπολίτες, κληρικούς και οπλαρχηγούς. Καθ’ όλη τη διάρκεια της μετέπειτα ζωής του διατηρούσε στενές σχέσεις με τους επίσης Φιλικούς Ιωάννη Βλασόπουλο και Ιωάννη Παπαρρηγόπουλο, που εκπροσωπούσαν τα ρωσικά συμφέροντα στην περιοχή, ο πρώτος ως πρόξενος στην Πάτρα και ο δεύτερος ως γραμματέας του. Στη μυστική συνέλευση της Βοστίτσας (26-30 Ιανουαρίου 1821) για την έναρξη της επανάστασης, ο Γερμανός διατύπωσε επιφυλάξεις για τη δυνατότητα άμεσης επαναστατικής δράσης και ήλθε σε ευθεία σύγκρουση με τον Παπαφλέσσα, που επιδίωκε την άμεση έναρξη του αγώνα. Μάλιστα, σε μία σπάνια έκρηξη οργής, τον αποκάλεσε «επιπόλαιον και εξωλέστατον». Από τα «Απομνημονεύματά» του προκύπτει ότι, μεταξύ των άλλων, είχε προτείνει «να αποσταλώσιν άνθρωποι εις την Ρωσσίαν και εις άλλα μέρη, δια να πληροφορηθώσιν αν τω όντι η Ρωσσία έχη απόφασιν τοιαύτην περί τής ελευθερίας των Ελλήνων, και ποία η διάθεσις των άλλων δυνάμεων της Ευρώπης και ούτως οδηγηθέντες (οι Έλληνες) να επιχειρισθώσι το πράγμα ασφαλέστερον και τακτικώτερον». Στα μέσα Μαρτίου βρισκόταν στα Νεζερά (ονομασία ορεινών χωριών, που βρίσκονται στις πλαγιές του Ερύμανθου και στους νότιους πρόποδες του Παναχαϊκού), όταν έλαβε γράμμα από τον Νικόλαο Λόντο και τον Ιωάννη Παπαδιαμαντόπουλο να σπεύσει στην Πάτρα, επειδή «κινδυνεύει όλη η πόλις», από τους Τούρκους. Στις 22 Μαρτίου 1821 βρέθηκε στην Πάτρα, όπου στην πλατεία του Αγίου Γεωργίου ευλόγησε τα όπλα των αγωνιστών. Ενώ συνεχιζόταν η πολιορκία του φρουρίου των Πατρών, όπου είχαν κλειστεί οι Τούρκοι, ο Γερμανός απηύθυνε έγγραφο προς τους προξένους των Μεγάλων Δυνάμεων που βρίσκονταν στην πόλη, στο οποίο, αφού τόνιζε ότι «απεφασίσαμεν σταθερώς ή ν’ αποθάνωμεν όλοι ή να ελευθερωθώμεν», ζητούσε «την εύνοιαν και την προστασίαν» του κράτους τους. Λίγους μήνες αργότερα, το καλοκαίρι του 1821, βρέθηκε στη Ζαράκοβα (σημερινό Μαίναλο Αρκαδίας), όπου προσπάθησε να συμφιλιώσει τους προκρίτους με τον Δημήτριο Υψηλάντη, όταν δημιουργήθηκε κρίση στις σχέσεις τους εξαιτίας διαφωνιών για την πολιτική οργάνωση του Αγώνα. Έλαβε ενεργό μέρος στην Α’ Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου (20 Δεκεμβρίου 1821 - 16 Ιανουαρίου 1822) και με εντολή της έφυγε για την Ιταλία στις 26 Οκτωβρίου 1822 με τον Γεώργιο Μαυρομιχάλη, με σκοπό του να επιτύχουν την ηθική και υλική συνδρομή του Πάπα στην ελληνική υπόθεση. Στην Ιταλία έμεινε ως τον Ιούνιο του 1824, δεν μπόρεσε όμως να συναντήσει τον Πάπα, διότι από την Αγκώνα (Ανκόνα), όπου είχε φθάσει, δεν του επέτρεψαν να συνεχίσει το ταξίδι του στη Ρώμη, παρά τις προσπάθειες που κατέβαλε για να ολοκληρώσει την αποστολή του. Επισκέφθηκε, πάντως, σημαντικές πόλεις της Ιταλίας, όπως τη Βολωνία (Μπολόνια) και τη Φαέντσα, όπου συναντήθηκε με επιφανείς Έλληνες της διασποράς για τους σκοπούς της Επανάστασης, ενώ κατέβαλε προσπάθειες για τη σύναψη δανείου. Αποκαρδιωμένος από την αποτυχία των επαφών του στην Ιταλία, επέστρεψε στην Πελοπόννησο τον Ιούλιο του 1824, σε μία περίοδο που οι εμφύλιες συγκρούσεις βρίσκονταν στην οξύτερη φάση τους και διαγραφόταν η απειλή ένοπλης σύγκρουσης. Με γράμμα του προς τον πρόεδρο του Εκτελεστικού (πρωθυπουργό) Γεώργιο Κουντουριώτη προσπάθησε και πάλι να συμφιλιώσει τις αντίπαλες παρατάξεις, παρά την απογοήτευσή του για την κατάσταση που είχε διαμορφωθεί και την πικρία του για τις ταπεινώσεις που είχε υποστεί από τον Γιάννη Γκούρα. Tο 1826, όμως, εκλέχθηκε μέλος της Γ’ Εθνοσυνέλευσης στην Επίδαυρο και διηύθυνε ως πρόεδρος τις εργασίες της (6-16 Απριλίου), που διαλύθηκαν πρόωρα, λόγω της πτώσης του Μεσολογγίου. Ο Γερμανός, μητροπολίτης Παλαιών Πατρών, απεδήμησεν εις Κύριον στις 30 Μαΐου 1826, στο Ναύπλιο, ύστερα από ολιγοήμερη λοιμώδη ασθένεια. Τα «Απομνημονεύματα», που κατέλιπε, πολύτιμα για τα πρώτα χρόνια του Αγώνα, αναφέρονται στα γεγονότα ως το τέλος του 1822 και διακρίνονται για τη νηφαλιότητα του συντάκτη τους, που σε ελάχιστες μόνο περιπτώσεις τον εγκαταλείπει. Πηγή:SanSimera.gr

Τρίτη 30 Απριλίου 2019

Σεισμός στις Σοφάδες


Η δόνηση που έγινε αισθητή σχεδόν σε όλη την Ελλάδα προκλήθηκε από το ρήγμα των Σοφάδων το οποίο έχει μήκος 52 χιλιομέτρων. Στις 30 Απριλίου, συμπληρώνονται φέτος 63 χρόνια όταν ο καταστρεπτικός σεισμός μεγέθους 7 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ συγκλόνισε τις Σοφάδες Καρδίτσας, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν 25 άνθρωποι και να τραυματιστούν 117. Η δόνηση που έγινε αισθητή σχεδόν σε όλη την Ελλάδα προκλήθηκε από το ρήγμα των Σοφάδων το οποίο έχει μήκος 52 χιλιομέτρων. Κατέρρευσαν 6.599 σπίτια ενώ 9.154 έπαθαν σοβαρές ζημιές και 12.920 ελαφρές.
Στην Καρδίτσα και τα Φάρσαλα καταστράφηκαν το 32 και 18% των κτισμάτων, αντίστοιχα. Στις Σοφάδες οι απώλειες σε κτίρια ξεπέρασαν το 90%. Για τη συμπλήρωση 63 χρόνων, από τον καταστροφικό σεισμό, μια ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα ενημερωτική εκδήλωση με θέμα "Εμπειρίες και διδάγματα από το σεισμό του 1954" έγινε την Παρασκευή 21 Απριλίου στο Πνευματικό Κέντρο Σοφάδων. Την εκδήλωση διοργάνωσε ο Δήμος Σοφάδων με το Μορφωτικό Σύλλογο Σοφάδων, τον Εκπολιτιστικό Σύλλογο Σοφαδιτών Αθήνας και τον Σύλλογο Σοφαδιτών Νομού Μαγνησίας. Κεντρικός ομιλητής της εκδήλωσης ήταν ο Ευθύμιος Λέκκας, καθηγητής Δυναμικής Τεκτονικής και Εφαρμοσμένης Γεωλογίας, πρόεδρος Οργανισμού Αντισεισμικού Σχεδιασμού και Προστασίας, ο οποίος ανέπτυξε το θέμα "Ο σεισμός των Σοφάδων- Το γεωδυναμικό και σεισμοτεκτονικό πλαίσιο της Θεσσαλίας". Παρενέβη δε ο Κωνσταντίνος Μιχαλάκης Αρχιτέκτων Μηχανικός, PhD ο οποίος ανέλυσε το θέμα «Πλινθόκτιστες Οικοδομές στη Θεσσαλία: Η αντισεισμική συμπεριφορά τους. Παράλληλα, στον χώρο της εκδήλωσης παρουσιάστηκε έκθεση ιστορικής φωτογραφίας με θέμα το σεισμό του 1954. Όπως τονίζει ο καθηγητής Ευθύμιος Λέκκας, η σεισμικότητα στο θεσσαλικό χώρο, είναι ιδιόμορφη και εκδηλώνεται περιοδικά με πολλούς και μεγάλους σεισμούς. Παρόλα αυτά, διευκρινίζει ο ίδιος, σήμερα με βάση τους αντισεισμικούς σχεδιασμούς και με βάση τα αντισεισμικά έργα υποδομής, οι επιπτώσεις από σεισμούς παρόμοιους όπως αυτός των Σοφάδων, οι επιπτώσεις σήμερα θα είναι μηδαμινές. ΠΗΓΗ: ΑΠΕ-ΜΠΕ ΠΗΓΗ ΒΙΝΤΕΟ: Κarditsas.blogspot.com

Πέμπτη 18 Απριλίου 2019

Το Πάσχα στο χωριό Μαυραχάδες Καρδίτσας


Το Πάσχα στο Χωριό μας ..Έθιμο χρόνον όπου το ξεκίνημα των 40 ημερών πλαισιώνεται με την προετοιμασία κάθε Νοικοκυριού , με Ασβέστωμα του περίγυρου και Αντοχές ψυχικές, που έχουν να κάνουν με την νηστεία, καθ ότι έτσι τιμούμε την Θρησκεία μας των Χριστιανισμό ...Οι Χαιρετισμοί κάθε παρασκευή στον Άγιο Νικόλαο Μαυραχάδων Ακόλουθη θεία λειτουργία . Η Αποκορύφωση γίνεται την Μεγάλη Βδομάδα. όμως λίγο πριν οι Λαζαρίνες έχουν την Τιμητική τους. Ἦρθε ὁ Λάζαρος, ἦρθαν τὰ Βάγια, ἦρθε τῶν Βαγιῶν ἡ ἑβδομάδα. Ξύπνα Λάζαρε καὶ μὴν κοιμᾶσαι, ἦρθε ἡ μέρα σου καὶ ἡ χαρά σου. Ποῦ ἤσουν Λάζαρε; Ποῦ ἤσουν κρυμμένος; Κάτω στοὺς νεκρούς, σὰν πεθαμένος. Δὲ μοῦ φέρνετε, λίγο νεράκι, πού ῾ν᾿ τὸ στόμα μου πικρὸ φαρμάκι. Δὲ μοῦ φέρνετε λίγο λεμόνι, Πού ῾ν᾿ τὸ στόμα μου, σὰν περιβόλι. Ἦρθε ὁ Λάζαρος, ἦρθαν τὰ Βάγια, ἦρθε ἡ Κυριακὴ ποὺ τρῶν᾿ τὰ ψάρια. Σήκω Λάζαρε καὶ μὴν κοιμᾶσαι, ἦρθε ἡ μάνα σου ἀπὸ τὴν πόλη, σοῦ ῾φέρε χαρτὶ καὶ κομπολόι. Γράψε Θόδωρε καὶ σὺ Δημήτρη, γράψε Λεμονιὰ καὶ Κυπαρίσσι. Τὸ κοφνάκι μου θέλει αὐγά, κι ἡ τσεπούλα μου θέλει λεφτά. Βάγια, Βάγια καὶ Βαγιῶ. τρῶνε ψάρι καὶ κολιό. Καὶ τὴν ἄλλη Κυριακή, τρῶνε τὸ ψητὸ τ᾿ ἀρνί.
Και έτσι ένα βήμα πριν την Μεγάλη Βδομάδα είναι η Γιορτή των Βαΐων, Κυριακή που ''τρων τα ψάρια'' ... Το έθιμο της Μεγάλης Βδομάδας έχει να κάνει με την Νηστεία , κι έτσι το κάθε Νοικοκυριό Ακολουθεί την παράδοση, ώστε το κρέας να μην υπάρχει στην Διατροφή, και την θέση να παίρνουν τα Νηστίσιμα, όπως ελιές - χαλβάς , κ.α Νηστίσιμα ..Για ποιο παραδοσιακούς ακόμα και το λάδι δεν μπαίνει στο Τραπέζι....Θεία Λειτουργία κάθε Βράδυ .Μεγάλη-Δευτέρα-Τρίτη-Τετάρτη-Πέμπτη, Στολισμός Επιτάφιου
-Σταματάνε και οι Αγροτικές Δραστηριότητες την Μεγάλη παρασκευή και η Καμπάνα χτυπά πένθιμα...Μεγάλο Σάββατο προς Κυριακή 12:00 το βράδυ είναι η Ανάσταση Κυρίου, όπου η Καμπάνα του χωριού χτυπά χαρμόσυνα την Ανάσταση του Ιησού Χριστού μας
...Και στο κάθε σπίτι περιμένει στους πιστούς η παραδοσιακή Μαγειρίτσα..και βέβαια σε κάθε σπίτι το Αρνί και το Κοκορέτσι να Στραγγιζόσουν...Της πρωινές ώρες ο Κάθε Νοικοκύρης ετοιμάζει την φωτιά, και η Αποκορύφωση έρχεται με τον οβελία. να αποκορυφώνει την τόσο σπουδαία Γιορτή τις Χριστιανοσύνης, όπου χρονολογείται από την εποχή του Μωυσή ...ένα έθιμο που μένει ζωντανό στης μέρες μας ενώνοντας τις οικογένειες με χαρά... Τα Λεγόμενα του Μωυσή για τον Αμνό (Οβελία) όπου η Σφαγή των΄΄ Αμνών'' θα γεμίζει τον Παράδεισο ..Κι έτσι και το έθιμο των Ημερών .... (Θα Συνεχιστεί η Ενημέρωση το Άρθρου) Πηγή:MavrahadesNews.com _2019

Τετάρτη 17 Απριλίου 2019

Φρειδερίκη 1917 – 1981 Ιστορία


Βασίλισσα των Ελλήνων (1947-1964) και βασιλομήτωρ μετά το θάνατο του συζύγου της βασιλιά Παύλου. Ισχυρή και παρεμβατική προσωπικότητα, ήρθε σε σύγκρουση πλειστάκις με την πολιτική ηγεσία της χώρας. Η Φρειδερίκη, Λουίζα, Τύρα, Βικτώρια, Μαργαρίτα, Σοφία, Καικιλία, Όλγα, Ισαβέλλα, Χριστίνα γεννήθηκε στις 18 Απριλίου 1917 στον μεσαιωνικό πύργο Μπλάνκεμπουργκ της Γερμανίας. Ήταν κόρη του Δούκα του Μπραουνσβάιχ Ερνέστου Αυγούστου Γ', αρχηγού του Οίκου του Ανοβέρου και της πριγκίπισσας Βικτώριας Λουίζας της Πρωσίας, μοναχοκόρης του Γερμανού αυτοκράτορα Γουλιέλμου Β' και της Αυγούστας Βικτωρίας του Σλέσβιχ-Χολστάιν. Η Φρειδερίκη έφερε τους τίτλους: Πριγκίπισσα του Ανοβέρου, Πριγκίπισσα της Μεγάλης Βρετανίας και Ιρλανδίας και Δούκισσα του Μπραουνβάιχ.
Μεγάλωσε στην Αυστρία και έκανε κολεγιακές σπουδές στο Λονδίνο και τη Φλωρεντία. Στις 27 Σεπτεμβρίου 1937 μνηστεύτηκε τον θείο της και τότε διάδοχο του ελληνικού θρόνου πρίγκηπα Παύλο, τον οποίο παντρεύτηκε στις 9 Ιανουαρίου 1938. Από τον γάμο αυτό γεννήθηκαν τρία παιδιά: Η Πριγκίπισσα Σοφία (γεν. 2 /11/1938), νυν Βασίλισσα της Ισπανίας. Ο Πρίγκηπας Κωνσταντίνος (γεν. 2/6/1940), μετέπειτα Βασιλεύς των Ελλήνων ως Κωνσταντίνος Β' και σήμερα τέως Βασιλεύς των Ελλήνων. Και η Πριγκίπισσα Ειρήνη (γεν. 11/5/1942). Με την άφιξή της στην Ελλάδα, η Φρειδερίκη επιδόθηκε σε φιλανθρωπικές δραστηριότητες. Ίδρυσε τη «Φανέλα του Στρατιώτου», μέσω της οποίας έστειλε 127.000 δέματα στον μαχόμενο ελληνικό στρατό (1940-1941). Τον Απρίλιο του 1941 και προτού εισέλθουν τα γερμανικά στρατεύματα στην Αθήνα, μαζί με τη βασιλική οικογένεια ακολούθησε την κυβέρνηση του Εμμανουήλ Τσουδερού, αρχικά στην Κρήτη και στη συνέχεια στο εξωτερικό (Αίγυπτο και Νότιο Αφρική). Επανήλθε στην Ελλάδα με όλη τη βασιλική οικογένεια στις 27 Σεπτεμβρίου 1946, μετά το δημοψήφισμα της 1ης Σεπτεμβρίου 1946, που αποκατέστησε τον Γεώργιο Β' στο θρόνο του. Η προτεστάντισσα Φρειδερίκη ασπάσθηκε το Ορθόδοξο Χριστιανικό Δόγμα και βαπτίστηκε τον Φεβρουάριο του 1947. Μετά τον θάνατο του Γεωργίου Α' και την ανάρρηση στο θρόνο του Παύλου (1 Απριλίου 1947), ονομάστηκε Βασίλισσα των Ελλήνων και διαδραμάτισε αποφασιστικό ρόλο στο πλευρό του συζύγου της. Κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου (1946-1949) επέδειξε σημαντική δραστηριότητα, τόσο με τις επισκέψεις της στις πολεμικές ζώνες, όσο και με το φιλανθρωπικό της έργο. Προκάλεσε τη μήνη της Κομμουνιστικής Αριστεράς με την ίδρυση των «Παιδοπόλεων», όπου φιλοξενούνταν ορφανά του Εμφυλίου και παιδιά φτωχών οικογενειών, αλλά και επαναπατριζόμενα ορφανά του λεγόμενου «Παιδομαζώματος». Υπολογίζεται ότι 33.000 παιδιά φιλοξενήθηκαν στις 53 «Παιδοπόλεις» της Φρειδερίκης, που τους παρείχαν τροφή, διαμονή και εκπαίδευση. Ισχυρή προσωπικότητα, η Φρειδερίκη είχε ενεργό ρόλο στην πολιτική, προκαλώντας τριβές, που συχνά κατήγγειλαν ο Τύπος και τα κόμματα, τόσο με πολιτικούς του συντηρητικού χώρου, όπως ο Παπάγος και ο Καραμανλής (ρήξη με το Παλάτι και φυγή του στο Παρίσι το 1963), όσο και του κεντρώου χώρου, όπως ο Γεώργιος Παπανδρέου. Μετά τον θάνατο του βασιλιά Παύλου στις 6 Μαρτίου 1964, δεν περιορίσθηκε στο ρόλο της βασιλομήτορος, αλλά με την ομάδα των έμπιστων αυλικών της επηρέαζε σε σημαντικό βαθμό τον νεαρό βασιλιά Κωνσταντίνο. Μετά το αποτυχημένο αντικίνημα του Κωνσταντίνου (13 Δεκεμβρίου 1967) για την ανατροπή της δικτατορίας, ακολούθησε τη βασιλική οικογένεια στο εξωτερικό. Παρέμεινε και μετά τη μεταπολίτευση, αφού ο ελληνικός λαός με συντριπτική πλειοψηφία στο δημοψήφισμα της 8ης Δεκεμβρίου 1974 κατάργησε τη μοναρχία. Τα τελευταία χρόνια της ζωής της ασχολήθηκε με τον μυστικισμό και τις θρησκείες της Ανατολής, πραγματοποιώντας πολλά ταξίδια στην Ινδία. Πέθανε από καρδιακή προσβολή στα ανάκτορα Θαρθουέλα της Μαδρίτης στις 6 Φεβρουαρίου 1981, κατά τη διάρκεια εγχείρισης καταρράκτη ή ανόρθωσης βλεφαρίδων, όπως έγραψαν οι Τάιμς της Νέας Υόρκης. Η σορός της με άδεια της κυβέρνησης Ράλλη μεταφέρθηκε και τάφηκε στο Κτήμα Τατοΐου στις 12 Φεβρουαρίου 1981. Την κηδεία παρακολούθησαν η οικογένεια της, εστεμμένοι και περίπου 3.000 φιλοβασιλικοί. Πηγή:Sansimera.gr

Τετάρτη 6 Μαρτίου 2019

Η Εξέγερση του Κιλελέρ


Αιματηρά επεισόδια, που συνέβησαν στις 6 Μαρτίου 1910 και εντάσσονται στη μακρά ιστορία του αγροτικού ζητήματος στη Θεσσαλία. Παρότι έλαβαν χώρα κατά κύριο λόγο στην Λάρισα, πήραν το όνομά τους από το χωριό Κιλελέρ (σήμερα Κυψέλη), από το οποίο δόθηκε το έναυσμα. Η επέτειος αυτή τιμάται κάθε χρόνο και αποτελεί την κορυφαία εκδήλωση της ελληνικής αγροτιάς, που έχει την ευκαιρία να προβάλει τα αιτήματά της. Το αγροτικό ζήτημα στη Θεσσαλία εμφανίζεται οξυμένο από την επαύριο της ένταξης της περιοχής στην ελληνική επικράτεια το 1881. Οι κολίγοι υπήρξαν οι χαμένοι της ενσωμάτωσης και οι τσιφλικάδες οι μεγάλοι κερδισμένοι. Το λάθος των κυβερνήσεων εκείνης της εποχής ήταν ότι εφάρμοσαν το βυζαντινορωμαϊκό δίκαιο, που ίσχυε στην Παλαιά Ελλάδα, παραγνωρίζοντας τα δικαιώματα των κολίγων, βάσει του οθωμανικού δικαίου.
Επί Τουρκοκρατίας, οι τσιφλικάδες είχαν μόνο το δικαίωμα εισπράξεως των προσόδων επί των μεγάλων εκτάσεων που κατείχαν, ενώ οι κολίγοι είχαν πατροπαράδοτα δικαιώματα επί των κοινόχρηστων χώρων του τσιφλικιού (επί της γης, των οικιών, των δασών και των βοσκοτόπων). Με τη νέα κατάσταση, οι έλληνες πλέον τσιφλικάδες, που διαδέχθηκαν τους οθωμανούς, είχαν δικαιώματα απόλυτης κυριότητας σε όλη την ιδιοκτησία τους, ενώ οι κολίγοι είχαν περιπέσει σε καθεστώς δουλοπαροίκου. Οι κολίγοι διεκδίκησαν μαχητικά την επαναφορά των πραγμάτων στο προηγούμενο καθεστώς, ενώ έθεταν και θέμα απαλλοτριώσεων. Ο εκσυγχρονιστής Χαρίλαος Τρικούπης, που κυριαρχούσε στην πολιτική σκηνή, ήταν αντίθετος με τη διανομή της γης στους κολίγους, γιατί δεν ήθελε να χάσει τους ξένους επενδυτές και την εισροή νέων κεφαλαίων στην Ελλάδα. Η κατάσταση άλλαξε δραματικά στην αυγή του 20ου αιώνα, με την ίδρυση των πρώτων αγροτικών συλλόγων σε Λάρισα, Καρδίτσα και Τρίκαλα. Με τη βοήθεια φωτισμένων αστών της εποχής, οι κολίγοι υιοθέτησαν σύγχρονες μορφές πάλης (μαζικές κινητοποιήσεις, συλλαλητήρια στις μεγάλες πόλεις, ψηφίσματα σε Κυβέρνηση, Βουλή και Βασιλιά κ.ά.). Η δολοφονία του Μαρίνου Αντύπα από όργανο των τσιφλικάδων το 1907 χαλύβδωσε το αγωνιστικό τους φρόνημα. Στις αρχές του 1910, κύριο αίτημα των κολίγων ήταν η απαλλοτρίωση της γης και η διανομή των τσιφλικιών στους καλλιεργητές της, πάνω στη βάση της μικρής οικογενειακής ιδιοκτησίας. Η χώρα βρισκόταν υπό τον αστερισμό του Στρατιωτικού Συνδέσμου και πρωθυπουργός ήταν ο «υπηρεσιακός» Στέφανος Δραγούμης. Οι κολίγοι είχαν προγραμματίσει το Σάββατο 6 Μαρτίου πανθεσσαλικό συλλαλητήριο στη Λάρισα, με αφορμή τη συζήτηση του αγροτικού νομοσχεδίου στη Βουλή. Από νωρίς το πρωί άρχισαν να συρρέουν στην πόλη διαδηλωτές από τα γύρω χωριά. Στο σιδηροδρομικό σταθμό του Κιλελέρ, κάπου 200 χωρικοί θέλησαν να επιβιβασθούν σε τρένο χωρίς να πληρώσουν εισιτήριο. Ο διευθυντής των Θεσσαλικών Σιδηροδρόμων, Πολίτης, που επέβαινε στο τρένο, τους το αρνήθηκε. Οι χωρικοί οργίστηκαν κι άρχισαν να λιθοβολούν το συρμό, σπάζοντας τα τζάμια των βαγονιών.
Οι πρωτεργάτες των αγροτικών κινητοποιήσεων επιβιβάζονται στο τρένο για να προσαχθούν σε δίκηΤο τρένο απομακρύνθηκε, αλλά σε απόσταση ενός χιλιομέτρου επαναλαμβάνονται οι ίδιες σκηνές από ομάδα 800 χωρικών. Οι άνδρες της στρατιωτικής δύναμης που ευρίσκοντο εντός του τρένου και μετέβαιναν στη Λάρισα για το συλλαλητήριο, διατάχθηκαν από τον επικεφαλής τους να πυροβολήσουν στον αέρα για εκφοβισμό. Οι χωρικοί εξαγριώνονται και τους επιτίθενται με πέτρες και ξύλα. Οι στρατιώτες ξαναπυροβολούν, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν δύο ή κατ' άλλους τέσσερις χωρικοί και να τραυματισθούν πολλοί. Ανάλογα επεισόδια έγιναν και στο χωριό Τσουλάρ (σήμερα Μελία), με δύο νεκρούς χωρικούς και 15 τραυματίες. Οι συμπλοκές μεταξύ άοπλων διαδηλωτών και δυνάμεων καταστολής επεκτάθηκαν και στη Λάρισα, όταν οι αγρότες πληροφορήθηκαν τα αιματηρά επεισόδια στο Κιλελέρ και το Τσουλάρ. Δύο κολίγοι έπεσαν νεκροί, όταν το ιππικό ανέλαβε δράση. Το συλλαλητήριο έγινε, τελικά, με ειρηνικό τρόπο στις 3 το μεσημέρι στην Πλατεία της Θέμιδος. Ο φοιτητής Γεώργιος Σχοινάς διάβασε το ψήφισμα της συγκέντρωσης, που απεστάλη στη Βουλή και την Κυβέρνηση. Οι αγρότες ζητούσαν άμεση ψήφιση του νομοσχεδίου για την απαλλοτρίωση των τσιφλικιών, ενώ εξέφρασαν τη βαθιά λύπη και οδύνη τους «για την άδικον επίθεσιν κατά του φιλήσυχου και νομοταγούς λαού, ής θύματα υπήρξαν άοπλοι και αθώοι λευκοί σκλάβοι της Θεσσαλίας».
Για τις ταραχές στο Κιλελέρ, στο Τσουλάρ και τη Λάρισα, πολλά άτομα συνελήφθησαν και προφυλακίστηκαν. Αρκετοί αγρότες αθωώθηκαν στη συνέχεια με βουλεύματα, ενώ συνολικά 62 διαδηλωτές παραπέμφθηκαν σε δίκη. Αθωώθηκαν όλοι στις 23 Ιουνίου 1910, σε μια προσπάθεια εκτόνωσης της κατάστασης. Η εξέγερση του Κιλελέρ ξεσήκωσε κύμα συμπάθειας σε όλη τη χώρα, ενώ αυξήθηκε η κοινωνική πίεση για την επίλυση του αγροτικού ζητήματος. Η πολιτική εξουσία δεν μπορούσε άλλο να κλείνει τα μάτια. Το πρώτο δειλό βήμα για τη λύση του προβλήματος έγινε το 1911 από τον Ελευθέριο Βενιζέλο, που διαδέχθηκε τον Στέφανο Δραγούμη στην πρωθυπουργία. Πάρθηκαν ορισμένα νομοθετικά μέτρα υπέρ των κολίγων, αλλά απαλλοτριώσεις δεν έγιναν κι ένας λόγος ήταν οι πόλεμοι που ακολούθησαν. Μόνο μετά το 1923, όταν το πρόβλημα της αποκατάστασης των προσφύγων από την Μικρά Ασία έλαβε εκρηκτικές διαστάσεις, άρχισαν οι απαλλοτριώσεις τσιφλικιών σε μεγάλη κλίμακα. πηγή:Σαν Σήμερα

Δευτέρα 28 Ιανουαρίου 2019

Η συνταρακτική ιστορία της Ελληνίδας που στόλιζε τα θρυλικά τσιγάρα Sante


Η συνταρακτική ιστορία της Ελληνίδας που στόλιζε τα θρυλικά τσιγάρα Sante Είτε καπνίζει κάποιος, είτε όχι, είτε είναι μικρός σε ηλικία είτε μεγαλύτερος είναι μάλλον απίθανο να μην έχει πιάσει στα χέρια του ένα πακέτο τσιγάρων «Sante». Τη θρυλική κόκκινη παραλληλόγραμμη κασετίνα δηλαδή που μέσα της έκρυβε 20 άφιλτρα τσιγάρα.
Οι παλαιότεροι σίγουρα θα τα έχουν δοκιμάσει. Οι νεότεροι θα έχουν μνήμες διότι όλο και κάποιος παππούς θα ήταν θαυμαστής των συγκεκριμένων τσιγάρων. Τα «Sante» μαζί με τον «Άσσο» είναι από τα μακροβιότερα τσιγάρα της ελληνικής αγοράς. Η εταιρεία ανέθεσε σε ένα ζωγράφο να στολίσει το πακέτο με το πρόσωπο μιας όμορφης γυναίκας που καπνίζει. Το ταξίδι του κόκκινου πακέτου, με το όνομα η ρίζα του οποίου προερχόταν από τη λατινική λέξη sanitas που σημαίνει υγεία, ξεκίνησε το 1931 στην οδό Λυκούργου στο κέντρο της Αθήνας. Εκεί ήταν η έδρα της εταιρείας που δημιούργησε ο Χαρίλαος Κωνσταντίνου. Η παρασκευή των τσιγάρων, ωστόσο, γινόταν στο δημόσιο καπνεργοστάσιο της οδού Λένορμαν. Η «μυστηριώδης» γυναικεία μορφή στο πακέτο Τα «Sante» κέρδισαν σχεδόν από την πρώτη στιγμή τους θεριακλήδες. Το ιδιαίτερο (αν και βαρύ) χαρμάνι τους τα ανέδειξαν σχεδόν αμέσως σε αγαπημένα τσιγάρα. Η κουβέντα, ωστόσο, γύρω από τα «Sante» είχε φουντώσει κυρίως για έναν άλλο λόγο. Όλοι αναρωτιόντουσαν ποια είναι η γυναίκα, η φωτογραφία της οποίας κοσμεί το πακέτο. Η εταιρεία ανέθεσε σε ένα ζωγράφο να στολίσει το πακέτο με το πρόσωπο μιας όμορφης γυναίκας που καπνίζει. Για πολλά χρόνια, σχεδόν όλη η Αθήνα συζητούσε για την ταυτότητά της. Άλλοι έλεγαν ότι είναι η αγαπημένη του ζωγράφου, άλλοι ότι είναι γνωστή Αθηναία της εποχής. Όλα αυτά μέχρι που αποκαλύφθηκε ότι ήταν η Ζωζώ Νταλμάς, διάσημη ηθοποιός, χορεύτρια και ντίβα της οπερέτας Η Ζωζώ Νταλμάς, διάσημη ηθοποιός, χορεύτρια και ντίβα της οπερέτας.
Ποια ήταν η Ζωζώ Νταλμάς Για τα πρώτα χρόνια της ζωής της, λίγα πράγματα είναι γνωστά. Αρκετοί λένε ότι γεννήθηκε το 1900 ή το 1905, ενώ το πραγματικό της όνομα ήταν Ζωή Σταυρίδη. Η Ζωζώ, όσο ήταν στο θέατρο, δύο πράγματα έκρυβε επιμελώς: το πότε γεννήθηκε και το πότε βγήκε στο θέατρο. Γενέθλια πόλη της ήταν η Κωνσταντινούπολη και δεύτερη πατρίδα της η Θεσσαλονίκη στην οποία εγκαταστάθηκε όταν ήταν περίπου 10 χρονών. Μεγάλωσε μαζί με τη μητέρα και τη γιαγιά της στις προσφυγικές γειτονιές του Ιπποδρομίουενώ δεν υπάρχει καμία πληροφορία σχετικά με τον πατέρα της. Αντίθετα, είναι γνωστό πως ένα μεγάλο κομμάτι του χαρακτήρα της το «κληρονόμησε» από τον Τσερκέζο παππού της (ένας θεότρελος, γλεντζές, γυναικάς, λεβέντης άνδρας) και την γιαγιά της, που ήταν Ρουμάνα με ρίζες από το Αηδονοχώρι της Κοζάνης αλλά και τη Μακεδονίτισσα μάνα της. Στη Θεσσαλονίκη σπούδασε πιάνο, τραγούδι και χορό στο «Ωδείον Γραικού» και μετά, επανέλαβε της ίδιες σπουδές στην Ιταλία και συγκεκριμένα στο Μιλάνο. Πρωτοεμφανίστηκε ως χορεύτρια με τον Θίασο Ένκελ («Πριγκίπισσα της Τσάρντας») κι αμέσως μετά στην Αθήνα, με τον ίδιο θίασο και το ίδιο έργο. Ακολούθησαν: τουρνέ στην Αλεξάνδρεια (με «Σοκολατένιο Στρατιώτη»), εμφανίσεις στο Θέατρο «Ολύμπια» (με «Λεμπλεμπιτζή Χορχορ Αγά»), κ.λπ. Ως ηθοποιός, πρωτοεμφανίστηκε στην οπερέτα «Ανοιξιάτικο αεράκι». Το 1923 σημείωσε μεγάλη επιτυχία στη «Φρασκουίτα» του Λέχαρ (Θέατρο «Παπαϊωάννου»). Ως θιασάρχης, εμφανίστηκε στα Θέατρα: «Απόλλων», «Μοντιάλ», «Μακέδου», «Ιντεάλ», «Αλάμπρα» «Κεντρικόν», «Λαού», κ.ά. Έδωσε επίσης παραστάσεις στο Θέατρο «Ζωζώς» (που λειτουργούσε στην πλατεία Κυψέλης, φέροντας το όνομά της). Μεγάλη επιτυχία της υπήρξε η «Μπαγιαντέρα» του Κάλμαν, όπως και το «Κοκτέιλ» του Ρ. Μπενάτσκυ (το 1933 στο «Κεντρικόν»). Έδωσε πολλές συναυλίες και ρεσιτάλ χορού και τραγουδιού με διεθνές πρόγραμμα. Έκανε επίσης άπειρες περιοδείες, ψυχαγωγώντας τους απόδημους Έλληνες, μα και το αλλόγλωσσο κοινό. Έπαιξε και στον κινηματογράφο: 7 ταινίες στην Τουρκία (σε παραγωγή «Ιπέκ Φιλμ») και ορισμένες στο Παρίσι («Η καρδιά μου κτυπά», κ.λπ.) επίσης στην Ελλάδα: «Έρως και Κύματα» (1927), «Δις Δικηγόρος» (1933), κ.λπ. Η ζωή της σημαδεύτηκε από πολλούς και θυελλώδεις έρωτες. Σημαντικότερος εξ αυτών με τον Κεμάλ Ατατούρκ. Ο μεγάλος έρωτας με τον Ατατούρκ και η κατασκοπία «Έζησα τα πάντα, έκανα τα πάντα, δεν είχα φραγμούς, ήμουν ελεύθερη. Μεγάλες λέξεις, πόζες, ξελιγώματα, ε; Αλλά ησυχάστε, δεν πρόκειται για τέτοιο πράγμα. Νομίζετε πως μία καλλιτέχνις της δικής μου ιδιοσυγκρασίας, μποέμισσα από κούνια και αδιόρθωτη αναρχική που δεν μπορεί να ανεχθεί ρέγουλες, ετικέτες και δεσμούς σκλαβιάς, δεν έχει καμία φιλοσοφική αρχή; Ε, λοιπόν εγώ έχω μία. Η ζωή δεν έχει καμία απολύτως αξία όταν δεν μοιάζει με ρομάντζο». Έτσι περιέγραφε τον εαυτό της αλλά και την κοσμοθεωρία της η ντίβα Ζωζώ Νταλμάς. Η ζωή της σημαδεύτηκε από πολλούς και θυελλώδεις έρωτες. Σημαντικότερος εξ αυτών με τον Κεμάλ Ατατούρκ. Γνωρίστηκαν σε ένα νυχτερινό μαγαζί που χόρευε η Ζωζώ. Όταν τελείωσε τον χορό την κάλεσε στο τραπέζι του και στην συνέχεια πέρασαν τη νύχτα μαζί.Στις 6.30 το επόμενο πρωί, ο Κεμάλ έφυγε, έδωσε εντολή στο υπηρετικό προσωπικό, όταν εκείνη ξυπνήσει να την περιποιηθούν ενώ της άφησε κι ένα χαρτονόμισμα χιλίων λιρών στο κομοδίνο «διά τις καλές της υπηρεσίες».
Η Ελληνίδα ντίβα, όπως ήταν φυσικό, ένιωσε προσβεβλημένη αλλά δεν έμεινε με σταυρωμένα τα χέρια. Κάτι τέτοιο, άλλωστε, δεν ήταν του χαρακτήρα της. Πήρε το χαρτονόμισμα στα χέρια της για να το σκίσει, αλλά βλέποντας πάνω σε αυτό τυπωμένο το πρόσωπο του Κεμάλ αποφάσισε να δράσει διαφορετικά. Πήρε ένα ψαλίδι και έκοψε προσεχτικά το κομμάτι που ήταν η εικόνα του. Το υπόλοιπο κομμάτι με την τρύπα στη μέση το άφησε στη θέση του μαζί με ένα σημείωμα που έγραφε: «Από αυτό που μου αφήσατε πήρα μόνο αυτό που μου χρειαζόταν. Το υπόλοιπο σας το επιστρέφω γιατί μου είναι εντελώς άχρηστο». Ο Κεμάλ φάνηκε να συγκλονίζεται από την κίνηση αυτή. Το βράδυ της έστειλε στο θέατρο λουλούδια κι ένα πανάκριβο κόσμημα. Η Ζωζώ τα γύρισε πίσω. Το άλλο βράδυ τα ίδια, μέχρι που τελικά η Ελληνίδα ντίβα υπέκυψε στο αδιάκοπο φλερτ του Τούρκου ηγέτη και οι δυο τους ξεκίνησαν ένα δεσμό ο οποίος κράτησε πολλά χρόνια, έως και λίγο πριν από τον θάνατο του Κεμάλ Ατατούρκ. Σε άλλη συνέντευξή της το 1962, είχε πει: «Άστα «μπαμπά», του έλεγα ειρωνικά, «το θες ή δεν το θες, είσαι Ρωμιός! Από πού ήταν η γιαγιά σου; Δεν ήταν η κυρα-Μαρία από τα Γιάννενα; Ύστερα τούρκεψες, «μπαμπά»! Η ίδια σε μια από τις πολλές συνεντεύξεις που είχε δώσει είχε υποστηρίξει, ότι σε προσωπικές τους στιγμές ο Κεμάλ της είχε εκμυστηρευτεί σε άπταιστα ελληνικά: «Πίστεψε με, θαυμάζω τους Έλληνες κι όχι τους μπουνταλάδες τους δικούς μου». Σε άλλη συνέντευξή της το 1962, είχε πει: «Άστα «μπαμπά», του έλεγα ειρωνικά, «το θες ή δεν το θες, είσαι Ρωμιός! Από πού ήταν η γιαγιά σου; Δεν ήταν η κυρα-Μαρία από τα Γιάννενα; Ύστερα τούρκεψες, «μπαμπά»! Κι αυτός χαχάνιζε, χτυπιόταν, άρπαζε ένα μπουκάλι με ρακή, έπινε στην υγειά μου και στην ελληνοτουρκική φιλία» Ο έρωτας αυτός, ωστόσο, σε συνδυασμό με κάποιες (αρκετές είναι η αλήθεια) επισκέψεις που έκανε η Ζωζώ στον Ελευθέριο Βενιζέλο (οι οποίες συνέπιπταν με την επιστροφή της από τα ταξίδια της στην Τουρκία) ήταν αρκετά ώστε να φουντώσουν οι φήμες πως η ντίβα κρατούσε με επιτυχία και τον παράλληλο ρόλο της κατασκόπου. Ποτέ δεν επιβεβαιώθηκε κάτι τέτοιο. Η ίδια η Ζωζώ, ωστόσο, σε μία συνέντευξή της φρόντισε να δώσει τροφή στα σενάρια. «Κατάσκοπος δεν ήμουνα, Ελληνίδα ήμουνα… Και τα διαμάντια και τα χρυσαφικά που με γέμισαν Αιγύπτιοι πρίγκιπες και Τούρκοι πασάδες, στην οικογένειά μου και σε φτωχά κορίτσια τα μοίρασα», είχε πει.
«Τα διαμάντια και τα χρυσαφικά που με γέμισαν Αιγύπτιοι πρίγκιπες και Τούρκοι πασάδες, στην οικογένειά μου και σε φτωχά κορίτσια τα μοίρασα», είχε πε Το άδοξο φινάλε Πέρα από τη δόξα και την ξέφρενη ζωή, ωστόσο, η Ζωζώ έζησε και στιγμές τραγικές. Τραγικότερη όλων τα φρικτά βασανιστήρια που υπέστη στην κατοχή στα υπόγεια της Γκεστάμπο. Οι ναζί την βασάνισαν επειδή εκείνη δεν κατέδωσε συναδέλφους της που ήταν στην αντίσταση. Αποτέλεσμα των βασανιστηρίων ήταν να χάσει το τεσσάρων μηνών μωρό που είχε στην κοιλιά της. Η τελευταία της «παράσταση» δόθηκε στις 2 Αυγούστου 1988. Το τέλος της ζωής της τη βρήκε να ζει σε ένα δυάρι, δύο υπόγεια κάτω από τη γη, στην οδό Τρικάλων στους Αμπελόκηπους, όπου της πήγαιναν φαγητό οι γείτονες και κάποιοι άνθρωποι του θεάτρου. Τα ένσημα που είχε μαζέψει δεν ήταν αρκετά για να βγάλει τη σύνταξη. Από την γεμάτη πλούτη ζωή της, δεν είχε κρατήσει απολύτως τίποτα για την ίδια και πέθανε μόνη. Σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή η Ζωζώ Νταλμάς πέθανε μόνη σε ένα οίκο ευγηρίας και πως πώς τα έξοδα για την κηδεία της τα ανέλαβε ένας παλιός χορευτής και θαυμαστής της, ο Δημήτρης Ιβάνωφ στον οποίο λίγο πριν αφήσει την τελευταία της πνοή είχε πει: «Άναψε ένα κεράκι στην Παναγία για να ξεκουραστώ».
«Άναψε ένα κεράκι στην Παναγία για να ξεκουραστώ» Πηγή:fumara.gr

Παρασκευή 25 Ιανουαρίου 2019

Φιλοποίμην Φίνος 1907 – 1977


Ο Φιλοποίμην Φίνος γεννήθηκε στην Κάτω Τιθορέα της Λοκρίδας το 1907. Ο πατέρας του ήταν γιατρός και ο ίδιος σπούδασε Νομικά. Ωστόσο, ποτέ δεν άσκησε τη δικηγορία, μιας και από τα παιδικά του, ακόμα, χρόνια το όνειρό του ήταν να ασχοληθεί με τον κινηματογράφο. Το 1939 αποφασίζει να πραγματοποιήσει το όνειρό του. Πουλά όλα τα υπάρχοντά του και ιδρύει στο Καλαμάκι τα «Ελληνικά Κινηματογραφικά Στούντιο». Την επόμενη χρονιά κάνει την πρώτη και τελευταία σκηνοθετική του απόπειρα με την ταινία «Το Τραγούδι του Χωρισμού», με τον Λάμπρο Κωνσταντάρα και τη Λήδα Μιράντα στους πρωταγωνιστικούς ρόλους.
Τα χρόνια που ακολουθούν είναι πολύ δύσκολα για τον Φιλοποίμην Φίνο. Οι Γερμανοί εκτελούν τον πατέρα του. Ο ίδιος συλλαμβάνεται, ενώ όλος ο εξοπλισμός του λεηλατείται και τα «Επίκαιρα» που γύριζε επί Κατοχής κατάσχονται και καταστρέφονται. Ωστόσο, δεν το βάζει κάτω... Το 1943 ιδρύει τη «Φίνος Φιλμ», αρχικά στην οδό Στουρνάρα και το 1957 εγκαθιστά οριστικά τα κινηματογραφικά του εργαστήρια στην οδό Χίου 53. Το 1964 παράγει τον πρώτο, ελληνικό, στερεοφωνικό ήχο με τα «Κορίτσια για φίλημα», που θα προβληθεί στερεοφωνικά μόνο στο Αττικόν, τη μοναδική αίθουσα με την ανάλογη τεχνική υποδομή. Το 1971 εγκαινιάζει στην Παιανία τα μεγαλύτερα κινηματογραφικά στούντιο των Βαλκανίων. Στο ενεργητικό του περιλαμβάνονται 175 ταινίες, πολλές από τις οποίες έμειναν κλασσικές, όπως «Η Αγνή του λιμανιού» (1952), «Η Αλίκη στο Ναυτικό» (1961), «Μανταλένα» (1960), «Οι κυρίες της αυλής» (1966), «Στεφανία» (1966), «Λατέρνα, φτώχια και γαρύφαλλο» (1957), «Η θεία από το Σικάγο» (1957), και πολλές άλλες. Συνεργάστηκε με πολλούς μεγάλους ηθοποιούς, ανάμεσά τους η Αλίκη Βουγιουκλάκη, η Ζωή Λάσκαρη, η Ρένα Βλαχοπούλου, ο Αλέκος Αλεξανδράκης, η Μάρθα Καραγιάννη, η Τζένη Καρέζη, ο Δημήτρης Παπαμιχαήλ, ο Ντίνος Ηλιόπουλος, η Γεωργία Βασιλειάδου κ.α. Ήταν αυτός που έδωσε ώθηση στην καριέρα της Ειρήνης Παπά, ωστόσο ποτέ δεν πίστεψε ότι η Μελίνα Μερκούρη θα μπορούσε να γίνει αστέρας της μεγάλης οθόνης, εξαιτίας του μεγάλου στόματός της. Έτσι, έχασε την ευκαιρία να βγάλει την εταιρία του εκτός των συνόρων, όταν αρνήθηκε την πρόταση να αναλάβει τη συμπαραγωγή της ταινίας «Ποτέ την Κυριακή» (1960). Τελευταία παραγωγή του ήταν η ταινία «Ο κυρ-Γιώργης εκπαιδεύεται» (1977), με πρωταγωνιστή τον Διονύση Παπαγιαννόπουλο σε σκηνοθεσία του Γιάννη Δαλιανίδη. Αυτή αποτέλεσε την «ταφόπλακα» της ήδη χρεοκοπημένης «Φίνος Φιλμ». Ο «πατέρας» του ελληνικού κινηματογράφου πέθανε στις 26 Ιανουαρίου του 1977, αρνούμενος να υπηρετήσει ούτε στιγμή την τηλεόραση, η οποία του προκαλούσε αποστροφή. Πηγή:sansimera.gr

Τρίτη 15 Ιανουαρίου 2019

Δημήτρης Χορν Ηθοποιός 1921 – 1998


Ο κορυφαίος ηθοποιός του ελληνικού θεάτρου και κινηματογράφου Δημήτρης Χορν γεννήθηκε στις 9 Μαρτίου του 1921 στην Αθήνα. Πατέρας του ήταν ο γνωστός θεατρικός συγγραφέας Παντελής Χορν. Σπούδασε στη Δραματική Σχολή του Βασιλικού Θεάτρου (νυν Εθνικού), όπου έκανε το ντεμπούτο του το 1940, στην οπερέτα του Στράους «Η Νυχτερίδα». Αμέσως μετά εμφανίστηκε στο «Θέατρο Ρεξ» της Μαρίκας Κοτοπούλη, ως πρωταγωνιστής σε έργα, όπως «Ο πρωτευουσιάνος», «Αλάτι και πιπέρι», «Η κυρία με τις καμέλιες» κ.ά. Την περίοδο 1943 - 1944 συμμετείχε στο θίασο της Κατερίνας, με την οποία συμπρωταγωνίστησε στο «Σύζυγοι με δοκιμή». Το 1944 συγκρότησε δικό του θίασο μαζί με τη Μαίρη Αρώνη και λίγο αργότερα συνέπραξε με τη Βάσω Μανωλίδου. Το 1945 συνεργάστηκε με τον θίασο Μελίνας Μερκούρη και Νίκου Χατζίσκου, ενώ την περίοδο 1946 - 1950 επέστρεψε στο «Βασιλικό Θέατρο».
Ύστερα από απουσία δύο ετών στο εξωτερικό, επιστρέφει στην Ελλάδα και το 1953 γνωρίζει την Έλλη Λαμπέτη. Ο δεσμός τους επισπεύδει το διαζύγιο της Λαμπέτη με τον Μάριο Πλωρίτη και μαζί γράφουν μία από τις πιο αστραφτερές σελίδες στην υποκριτική τέχνη. Συγκροτούν δικό τους θίασο, μαζί με τον Γιώργο Παππά, ανεβάζοντας έργα, όπως: «Ο βροχοποιός», «Νυφικό Κρεβάτι» και «Το παιχνίδι της Μοναξιάς». Οι δρόμοι τους χώρισαν το 1959 και δεν ξανασυναντήθηκαν ποτέ στο θεατρικό σανίδι. Μεγάλη ήταν η συμβολή του Δημήτρη Χορν και στον κινηματογράφο. Πρωταγωνίστησε μόνο σε 10 ταινίες, δίνοντας όμως ανεπανάληπτες ερμηνείες, όπως στην «Κάλπικη λίρα» (1954), στο «Μια ζωή την έχουμε» (1955) και «Το κορίτσι με τα μαύρα» (1956). Έντονη ήταν και η ραδιοφωνική παρουσία του. Εκτός από τις μαγνητοφωνήσεις δεκάδων θεατρικών έργων, είχε «περάσει» στον κόσμο με ιδιαίτερο κέφι και φινέτσα ένα «αεράκι» εβδομαδιαίων πεντάλεπτων εκπομπών, που έγραφε ο Κώστας Πρετεντέρης. Με μια σουρεαλιστική ειρωνεία στη φωνή του, διάβαζε φανταστικά γράμματα ακροατών στην εκπομπή «Ο Ταχυδρόμος έφτασε». Διετέλεσε γενικός διευθυντής της ΕΡΤ την περίοδο 1974 -1975, ενώ το 1980 ίδρυσε με τη σύζυγό του Άννα Γουλανδρή το Ίδρυμα Γουλανδρή - Χορν, σκοπός του οποίου είναι η μελέτη του ελληνικού πολιτισμού. Η Πολιτεία του απένειμε το Χρυσό Σταυρό Γεωργίου Α'. Πέθανε στις 16 Ιανουαρίου του 1998, ύστερα από πολύμηνη ασθένεια. Πηγή:Σαν Σήμερα

Δευτέρα 14 Ιανουαρίου 2019

Πώς η Καρδίτσα έγινε «Άμστερνταμ» με 20.000 ποδήλατα στην πόλη


Ο δήμος Καρδίτσας έχει ήδη 18 χιλιόμετρα ποδηλατοδρόμων
Υγρασία, ομίχλη πυκνή και από τους δρόμους και τα δρομάκια, νωρίς το πρωί να ξεφυτρώνουν δεκάδες ποδήλατα με τους αναβάτες τους να τρέχουν στις δουλειές τους. Δεν πρόκειται για πόλη της κεντρικής Ευρώπης, αλλά για την Καρδίτσα. Τα ποδήλατα αποτελούν πλέον «παραδοσιακό» μέσο μεταφοράς στην πόλη. Σήμερα, στον δήμο Καρδίτσας το δομημένο δίκτυο των ποδηλατοδρόμων έχει μήκος 7.300 μέτρα στον αστικό ιστό και άλλα 10.500 μέτρα στο περιαστικό δίκτυο, αποτελούμενο από τον ποδηλατόδρομο που συνδέει την πόλη με το δημοτικό διαμέρισμα του Παλαιοκλησίου μήκους 7 χιλιομέτρων και τον περιαστικό ποδηλατόδρομο 3,5 χιλιομέτρων - μια διαδρομή κατάλληλη για βόλτες με φίλους και την οικογένεια. Ο ποδηλατόδρομος, ξεκινά από το ύψος του Σιδηροδρομικού Σταθμού και, μέσω μιας θαυμάσιας διαδρομής (Υδατόπυργος, περιοχή Αγ. Μηνά, Ανάχωμα) καταλήγει στο δάσος της Παπαράντζας. Το μεγαλύτερο τμήμα της είναι μέσα στο φυσικό περιβάλλον. Η δημοτική Αρχή μέσω του Σχεδίου Βιώσιμης Αστικής Ανάπτυξης προωθεί την επέκταση του αστικού δικτύου κατά 700 μέτρα με νέο ποδηλατόδρομο στην οδό Ηρ. Πολυτεχνείου. Η πόλη της Καρδίτσας διαθέτει και ένα από τα πιο σύγχρονα συστήματα αυτόματης μίσθωσης ποδηλάτων στην Ελλάδα. Το σύστημα, σύμφωνα με τη δημοτική αρχή, είναι διαθέσιμο σε όλους, μόνιμους κατοίκους και επισκέπτες. Με τη χρήση της ηλεκτρονικής κάρτας easybike , ο καθένας μπορεί να παραλάβει ένα ποδήλατο σε ελάχιστα δευτερόλεπτα και να το χρησιμοποιήσει για όσο χρόνο επιθυμεί, επιστρέφοντας το στη συνέχεια σε οποιονδήποτε από τους σταθμούς μίσθωσης. Στην Καρδίτσα, χωρίς υπερβολή δεν υπάρχει σπίτι χωρίς ποδήλατο και στις περισσότερες περιπτώσεις, κάθε μέλος της οικογένειας έχει το δικό του και μολονότι είναι δύσκολο να προσδιορίσει κανείς επακριβώς, πόσα ποδήλατα κυκλοφορούν στην πόλη ένας αριθμός 15.000 με 20.000 δεν θα ήταν καθόλου υπερβολικός. Πέρα από τα σύγχρονα ποδήλατα ο επισκέπτης θα εντυπωσιαστεί διαπιστώνοντας ότι κυκλοφορούν ακόμα πολλά παλαιά ποδήλατα, τα οποία συνήθως κληρονομήθηκαν από τον πατέρα ή τον παππού. Πρόκειται για ποδήλατα μεγάλα και βαριά (γνωστά και ως «νταλίκες»). Πολλά από αυτά, βρίσκονται σε άριστη κατάσταση, έχουν χειρόφρενο και κόντρα, και μερικά από αυτά διαθέτουν καρεκλάκι στο πάνω μέρος του σκελετού για να μπορούν να μεταφέρουν μικρά παιδιά. Υπάρχουν ακόμα και επαγγελματίες που ειδικεύονται στην αναπαλαίωση τέτοιων παλιών ποδηλάτων, κάνοντάς το με πολύ μεράκι. Οι πιο γνωστές μάρκες, τις οποίες βλέπουμε ακόμη και σήμερα, είναι τα Βίσμαρκ, τα Ρουαγιάλ και τα Γκόρεγκ. Τα ποδήλατα αυτά χρησιμοποιήθηκαν από το 1960 και μετά ως μεταφορικό μέσο για τη μετάβαση των κατοίκων στην εργασία τους. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι τα παλιά αυτά ποδήλατα είχαν άδεια κυκλοφορίας και έφεραν στο πίσω μέρος τον απαραίτητο αριθμό. Στα τέλη της δεκαετίες του '60, κυκλοφορούν στην Καρδίτσα ανδρικά ποδήλατα, αλλά και γυναικεία, πιο ελαφριά. Η μετακίνηση μαθητών από τα κοντινά χωριά προς τα σχολεία της πόλης γίνεται μ' αυτά, ενώ τα Σαββατοκύριακα ομάδες νέων παιδιών έκαναν τη βόλτα τους στο άλσος της Παπαράντζας και πολλές φορές μέχρι το εργοστάσιο της ΔΕΗ. «Η Καρδίτσα είναι η πόλη του ποδηλάτου διαθέτοντας το μεγαλύτερο δίκτυο ποδηλατοδρόμων και τους περισσότερους ενεργούς ποδηλάτες που χρησιμοποιούν καθημερινά και σχεδόν αποκλειστικά το ποδήλατο για τις μετακινήσεις τους», λέει ο δήμαρχος Καρδίτσας Φώτης Αλεξάκος. «Το ποδήλατο είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με το παρελθόν, το παρόν, αλλά και το μέλλον της πόλης, είναι κομμάτι της ζωής κάθε Καρδιτσιώτη. Ως Δημοτική Αρχή, είμαστε και θα συνεχίσουμε να είμαστε σταθερά προσηλωμένοι στον στόχο της προώθησης της χρήσης του ποδηλάτου υλοποιώντας δράσεις και πολιτικές και δρομολογώντας έργα και παρεμβάσεις προς αυτήν την κατεύθυνση». Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ Πηγή: www.lifo.gr